ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ & ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ
|
Παροιμία λέγεται η πρόταση, έμμετρη ή πεζή, που εκφράζει επιγραμματικά μια λογική
παρατήρηση (γνώμη ή συμβουλή). Η λογική παρατήρηση που πηγάζει από τη
μακρόχρονη πείρα των ανθρώπων. |
|
Αίνιγμα λέγεται η πρόταση, έμμετρη ή πεζή, που εκφράζει αλληγορικά κάτι, μια έννοια ή ένα όνομα. |
|
ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ |
|
|
Βρήκες καιρό, αρμένιζε, καιρό μην περιμένεις, γιατί ο καιρός τα πράγματα δεν ξέρεις πως τα φέρνει. |
Δεν είναι ο έρωτας ανθός, μαζί του για να παίξεις, μόνο είναι βάτος κι
αγκαθιές κι αλλοίμονο σου αν
μπλέξεις. |
|
Μην βασιστείς στο φίλο σου και πεις το μυστικό σου, γιατί σε φίλο θα το πει και θα βγει σε κακό σου. |
Ψηλά τη χτίζεις τη φωλιά και θα σου γείρει ο κλώνος και θα σου φύγει το πουλί και θα σου μείνει ο πόνος. |
|
Η υπομονή στον άνθρωπο, αν έχει νου και χάρη, πουλιέται κι αγοράζεται με το μαργαριτάρι. |
Όταν περνάς το βίο σου, με το να ακούς τους άλλους, τα αυτιά σου μεγαλώνουνε και κάνουνε και κάλους. |
|
Ο γάτος κι ο καλόγερος πολυαγαπούν το ψάρι κι η παντρεμένη το φιλί κι λεύτερη το χάδι. |
Ο Γρηγόρης εγρηγόρα κι ο Μελέτης εμελέτα , και επήρεν ο Γρηγόρης του Μελέτη τη γυναίκα. |
|
Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άλλαξε το μαλλί του, μήδε την γνώμη άλλαξε μήδε την κεφαλή του. |
Άμα βρέξει ο Απρίλης δυό
νερά κι ο Μάης άλλο ένα, χαρά σε κείνον το ζευγά πούχει πολλά σπαρμένα. |
|
ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ |
|
_Τεντωμένη τη βάζω,
ζαρωμένη τη βγάζω τι είναι; ( Η κάλτσα) |
|
_Τσιγκελωτό – τσιγκελωτό
μπαίνει σε τρύπα γυναικών τι είναι; (Το σκουλαρίκι) |
|
_Από μέσα από το μαλλί
είναι μια γουλιά καλή, τι είναι; (Το κάστανο) |
|
_Σαράντα φράγκα έδωσα και
πήρα την κερά μου, να την(ε) βάζω ανάσκελα να κάνω τη δουλειά μου, τι είναι;
( Η σκάφη!) |
|
_Από παε (εδώ) και στα
Χανιά θωρώ τη θεια μου και γελά, τι είναι; (Η φωτιά;) |
|
_ Ο μπάρμπας μου ο ζωναράς
σαράντα ζώνες ζώνεται τι είναι; Το κρεμμύδι; |
|
_Αλμυρό και ανάλατο ρεβίθι
και αν το νοιώσεις τι είναι; Στο είπα, είναι το ρεβίθι! |
|
_Σου τι δείχνω και
τρομάζεις, σου τη βάζω και στενάζεις και όταν χύσει ανασαίνεις, τι είναι; Η
βελόνα με την σύριγγα! |
|
_Έχω ένα κουτί κι έχει μέσα
κατιτί, άμα βγει το κατιτί, τι το θέλεις το κουτί; (= το Κεφάλι με μυαλό) |
|
_Σκύβω ομπρός της το μακρύ
μου στο σκιστό της τι είναι; = Η πόρτα με την κλειδαριά όπου βάζουμε το
κλειδί! |
|
- Πάει , πάει , πάει και
πίσω δεν γυρνάει, τι είναι; (ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΠΟΥ ΚΑΤΕΒΑΙΝΕΙ ) |
|
_Ποιος είναι αυτός που από
μόνος του δικάζει και τιμωρεί, όταν του παίρνουν κάτι και κανείς δεν
διαμαρτύρεται; = Το ποτάμι, όταν παραβιάζουν οι άνθρωποι τη ροή του) |
|
Πέντε δέκα κουβαλούν και
δεκαοχτώ σφυροκοπούν , τι είναι;... ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΟΤΑΝ
ΤΡΩΝΕ |
|
Πέντε πέντε κουβαλούνε τα
σφυριά σφυροκοπούνε και η κερά τα παρασέρνει και τα ρίχνει στον κάραβο , τι
είναι; ΤΑ ΧΕΡΙΑ , ΣΤΟΜΑ ,ΔΟΝΤΙΑ , ΓΛΩΣΣΑ |
|
Ψηλός , ψηλός καλόγερος και
πίτα το κεφάλι, τι είναι; ΤΟ ΦΤΥΑΡΙ
|
|
Ψηλός, ψηλός καλόγερος και
πλάκα η κεφαλή του, τι είναι; ΤΟ ΚΑΡΦΙ |
|
Ψηλός , ψηλός καλόγερος ,
και κόκαλα δεν έχει, τι είναι; Ο
ΚΑΠΝΟΣ |
|
Ψηλός , ψηλός καλόγερος και
με ένα μάτι βλέπει, τι είναι; ... Η
ΒΕΛΟΝΑ |
|
Αν και θρόνος μου
ταιριάζει, θέση μου είναι το περβάζι , τι είναι; Ο ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ |
|
Αν δεν το βάλω κάθε αργά,
δεν κοιμούμαι κιαολιάς (καθόλου), τι είναι;
Το μάνταλο (η κλειδαριά)! |
|
Από κάτω(από τον κώλο) μου
τη βγάζω και του φίλου μου τη δίδω, τι είναι; (Η καρέκλα) |
|
Με πουπουλένιο πάπλωμα μια
φαμελιά σκεπάζεται , τι είναι;... Η ΚΛΩΣΑ ΜΕ ΤΑ ΠΟΥΛΑΚΙΑ ΤΗΣ |
|
Είναι ένα μικρό σπιτάκι,
δίχως στέγη και ταράτσα, μήτε γύρω παραθύρια , μήτε πόρτα μήτε φάτσα , τι
είναι;... ΤΟ ΑΥΓΟ |
|
Έχω ένα βαρελάκι που 'χει
δυο λογιών κρασάκι, τι είναι; ΤΟ ΑΥΓΟ |
|
Μια κοντούλα παχουλή πάντα
κόκκινα φορεί, έχει πράσινα μαλλιά και σποράκια στην κοιλιά , τι είναι;... Η
ΝΤΟΜΑΤΑ |
|
Μακρουλή ή στρογγυλή ,
κόκκινη και παχουλή , μέσα γεμάτη από φλωράκια , τι είναι; Η ΝΤΟΜΑΤΑ |
|
Τέσσερα αδερφάκια
αγκαλιασμένα , σε ένα σεντουκάκι είναι κλεισμένα, τι είναι;... ΤΟ
ΚΑΡΥΔΙ |
|
Από έξω είναι αγκαθωτό κι
από μέσα μαλλιαρό και πό μέσα από το μαλλί μια μπουκιά καλή , τι είναι;... ΤΟ
ΚΑΣΤΑΝΟ |
|
Δεν είμαι τίποτα, αλλά σε
όλα μπαίνω, τι είναι; ... ΤΟ ΟΝΟΜΑ
|
|
Αδερφάκια αγκαλιασμένα , σε
σεντούκι είναι κλεισμένα , τι είναι;... ΤΑ ΚΟΥΚΙΑ |
|
Ένα πλατύ ,παχύ σεντόνι
σκεπάζει κάμπους και βουνά μα ποτέ του τα νερά , τι είναι;... ΤΟ ΧΙΟΝΙ
|
|
Χίλιοι μύριοι καλόγεροι ,
σ' ένα ράσο τυλιγμένοι, τι είναι; ΤΟ
ΡΟΔΙ |
|
Κολοκύθι με εφτά τρύπες ,
κάθε τρύπα και όνομα, τι είναι; ....
ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ |
|
Κλειδώνω , μανταλώνω, και
κλέφτη βρίσκω μέσα , τι είναι;... Ο ΗΛΙΟΣ |
|
Ένα ταψάκι βούτυρο όλο τον
κόσμο αλείφει ,τι είναι;... Ο ΗΛΙΟΣ |
|
Πάνω από τη στέγη μας μισό
πεπόνι κρέμεται ,τι είναι; ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ |
|
Όλα τα τρώει και θεριεύει
μα αν πιει νερό ψοφάει , τι είναι;.... Η ΦΩΤΙΑ |
|
Ανοιγοκλείνουν οι κάμαρες
και κρότος δεν ακούγεται , τι είναι; ΤΑ ΜΑΤΙΑ |
|
Δύο αδερφάκια αγαπημένα το
ένα το άλλο ποτέ δε βλέπει , τι είναι;..... ΤΑ ΜΑΤΙΑ |
|
Σκύβω, γονατίζω, εμπρός το
μακρύ μου μέσ' στο σχιστό σου, τι είναι; ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΣΤΗ ΚΛΕΙΔΩΝΙΑ |
|
Μια βαρκούλα φορτωμένη ,
στο λιμάνι πάει και μπαίνει, τι είναι;
.. ΤΟ ΚΟΥΤΑΛΙ ΜΕ ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ |
|
Ένα πράγμα , πραγματάκι
κάθεται στο χωραφάκι μ' ένα μόνο ποδαράκι, τι είναι; ΤΟ ΜΑΝΙΤΑΡΙ |
|
Εκατό καλογεράκια με τα
μαύρα τα σκουφάκια, τι είναι; Τα σπίρτα. |
|
Σαράντα φράγκα έδωσα και
πήρα την κερά μου, να την(ε) βάζω ανάσκελα να κάνω τη δουλειά μου , τι
είναι; . |
|
Βόδι δεν είναι , κέρατα
έχει , γραμματικός δεν είναι , γράμματα γράφει, τι είναι; . ΤΟ ΣΑΛΙΓΚΑΡΙ |
|
Σε κήπο δε φυτεύεται , σε
περιβόλι όχι κι ο βασιλιάς το γεύεται κι όλος ο κόσμος το 'χει . τι
είναι; ΤΟ ΑΛΑΤΙ |
|
Όλη μέρα πάτα κιούτα και τη
νύχτα χάσκα χάσκα . τι είναι; ΤΑ
ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ |
|
Ο μπάρμπας μου ο Θοδωρής
δεκαεφτά βρακιά φορεί . Κόβω τα γενάκια του ,πέφτουν τα βρακάκια του , τι
είναι; . ΤΟ ΚΡΕΜΜΥΔΙ |
|
Στο τραπέζι επάνω μπαίνω
κόβομαι , μοιράζομαι κι όμως δεν τρώγομαι , τι είναι; Η ΤΡΑΠΟΥΛΑ |
|
Ποιος δρόμος της Αθήνας στη
γενική του γίνεται κομμένος σε 2 κομμάτια; Η οδός ΣΤΑΔΙΟΥ (ΣΤΑ-ΔΥΟΥ )
|
|
Υποτάσσεται στους νόμους
αυτός , αλλά ταυτόχρονα είναι πολύ βρώμικος . , τι είναι; Ο υπό-νομος |
|
Μπορεί να είμαι επικίνδυνο,
Ταυτόχρονα όμως και χρήσιμο! Χωρίς εμένα δεν μπορείς ούτε το μήλο σε 2 ίσια
κομμάτια αν θέλεις να γευτείς ! Τι είναι; Το μαχαίρι. |
|
Σαν κοιμάσαι, αυτό ξυπνάει
και τη νύχτα όλη γυρνάει. Σαν ξυπνήσεις αυτό κάνει μοναχό του νάνι-νάνι. Τι
είναι; (= Το φεγγάρι) |
|
-Γύρω , γύρω θάλασσα , στη
μέση μια φωτίτσα, τι είναι; ... ΤΟ
ΚΑΝΤΗΛΙ |
|
Γύρω , γύρω κάγκελα , και
στη μέση χελιδόνα , τι είναι;... ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ |
|
-Ανοίγω το κλουβί κι η τρυγόνα κελαηδεί , τι είναι; ( ΤΟ
ΣΤΟΜΑ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ) |
|
-Γύρω-γύρω κάγκελα και στη μέση χελιδόνα , τι είναι; ( ΤΑ
ΔΟΝΤΙΑ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ ) |
|
-Τα λύνω κάθονται , τα δένω
φεύγουν, τι είναι; (ΤΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ) |
|
-Τρεις-τρεις την πιάνουν
και γεννά μ' αλήθεια πρώτα πίνει, μαύρα τα κάνει τα παιδιά και πίσω της τ'
αφήνει, τι είναι; (Η ΠΕΝΝΑ ) |
|
-Σκύβω, γονατίζω, εμπρός
σου, το μακρύ μου μέσ' στο σχιστό σου, τι είναι; (ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΣΤΗ ΚΛΕΙΔΩΝΙΑ) |
|
-Εκκλησίτσα θολωτή που ένα
στύλος την κρατεί , τι είναι;... Η ΟΜΠΡΕΛΑ |
|
-Με πουπουλένιο πάπλωμα μια
φαμελιά σκεπάζεται , τι είναι;... Η ΚΛΩΣΑ ΜΕ ΤΑ ΠΟΥΛΑΚΙΑ ΤΗΣ |
|
-Αν δεν το βάλω κάθε αργά,
δεν κοιμούμαι κιαολιάς (καθόλου), τι είναι;
Το μάνταλο (η κλειδαριά)! |
|
-Από κάτω(από τον κώλο) μου
τη βγάζω και του φίλου μου τη δίδω, τι είναι; (Η καρέκλα) |
|
-Είναι ένα μικρό σπιτάκι,
δίχως στέγη και ταράτσα, μήτε γύρω παραθύρια , μήτε πόρτα μήτε φάτσα , τι
είναι; (ΤΟ ΑΥΓΟ ) |
|
-Έχω ένα βαρελάκι που 'χει
δυο λογιών κρασάκι, τι είναι; (ΤΟ ΑΥΓΟ) |
|
-Μια κοντούλα παχουλή πάντα
κόκκινα φορεί, έχει πράσινα μαλλιά και σποράκια στην κοιλιά , τι είναι; Η
ΝΤΟΜΑΤΑ |
|
-Μακρουλή ή στρογγυλή ,
κόκκινη και παχουλή , μέσα γεμάτη από φλωράκια , τι είναι; Η ΝΤΟΜΑΤΑ |
|
- Έχει φύλλα σα δεντρί - μα
δεντρί δεν είναι . Μέσα είναι άσπρο σαν τυρί - μα τυρί δεν είναι . Έχει
ποντικού ουρά μα ποντικός δεν είναι ... , τι είναι; ΤΟ ΡΕΠΑΝΙ |
|
-Το αρνάκι μου το κόκκινο
Θεός να το φυλάει . Σαν τρώει ξύλα θρέφεται σαν πίν' νερό ψοφάει, τι είναι; Η
ΦΩΤΙΑ |
|
-Έχω το, έχεις το, κι αν
δεν το πω, δε βρίσκεις το, τι είναι; ΤΟ ΟΝΟΜΑ |
|
Να τη δεις να φοβηθείς, να
τη φας να γλυκαθείς, Τι είναι; Η ΑΓΚΙΝΑΡΑ |
|
Απέναντί σου πάντα με
θωρείς , μα να με αγγίξεις δεν μπορείς, Τι είναι; Ο ΕΑΥΤΟΣ ΜΑΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ
ΚΑΘΡΕΦΤΗ |
|
Όλα τα τρώει και θεριεύει
μα αν πιει νερό ψοφάει, Τι είναι; Η ΦΩΤΙΑ |
|
Άσπρος κάμπος μαύρα γίδια
χαρά στο νιο που τα λαλεί, Τι είναι; Ο ΒΙΒΛΙΟ |
|
Του μιλώ και μου μιλά ,
τραγουδώ , μου τραγουδά , του γελάω , μου γελά .... Τι είναι; Ο ΑΝΤΙΛΑΛΟΣ |
|
Δύο αδερφάκια αγαπημένα το
ένα το άλλο ποτέ δε βλέπει, Τι είναι; ΤΑ ΜΑΤΙΑ |
|
Μια βαρκούλα φορτωμένη, στο
λιμάνι πάει και μπαίνει ..Τι είναι; ΤΟ ΚΟΥΤΑΛΙ ΜΕ ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ ΠΟΥ ΜΠΑΙΝΕΙ ΣΤΟ
ΣΤΟΜΑ |
|
Παράθυρα που ανοίγουνε και
κλείνουν και ήχο δεν αφήνουν, Τι είναι; ΤΑ ΒΛΕΦΑΡΑ |
|
Σ' αγκαλιάζω , σε χαϊδεύω ,
σε δροσίζω κι εσύ ποτέ σου , ούτε να με δεις μπορείς ... Τι είναι; Ο ΑΕΡΑΣ |
|
Σ' όλο τον κόσμο τρέχουν ,
αλλά ποδάρια δεν έχουν, Τι είναι; ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ |
|
Άμα βλέπω , δεν το βλέπω ,
και το βλέπω όταν δεν βλέπω, Τι είναι; ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ |
|
Η καλή νοικοκυρά , συχνά
για μένα κλαίει, Τι είναι; ΤΟ ΚΡΕΜΜΥΔΙ |
|
Ανοίγω το κλουβί , κι η
τρυγόνα κελαηδεί, Τι είναι; ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ |
|
Τέσσερα αδερφάκια
αγκαλιασμένα , σε ένα σεντουκάκι είναι κλεισμένα, τι είναι;... ΤΟ
ΚΑΡΥΔΙ |
|
Από έξω είναι αγκαθωτό κι
από μέσα μαλλιαρό και πό μέσα από το μαλλί μια μπουκιά καλή , τι είναι;... ΤΟ
ΚΑΣΤΑΝΟ |
|
Δεν είμαι τίποτα, αλλά σε
όλα μπαίνω, τι είναι; ... ΤΟ ΟΝΟΜΑ
|
|
Βασιλιάς δεν είμαι , κορώνα
φορώ , ρολόι δεν έχω , τις ώρες μετρώ , τι είναι;... Ο ΚΟΚΟΡΑΣ |
|
Αδερφάκια αγκαλιασμένα , σε
σεντούκι είναι κλεισμένα , τι είναι;... ΤΑ ΚΟΥΚΙΑ |
|
Ένα πλατύ ,παχύ σεντόνι
σκεπάζει κάμπους και βουνά μα ποτέ του τα νερά , τι είναι;... ΤΟ ΧΙΟΝΙ
|
|
Χίλιοι μύριοι καλόγεροι ,
σ' ένα ράσο τυλιγμένοι, τι είναι; ΤΟ
ΡΟΔΙ |
|
Κολοκύθι με εφτά τρύπες ,
κάθε τρύπα και όνομα, τι είναι; ....
ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ |
|
Κλειδώνω , μανταλώνω, και
κλέφτη βρίσκω μέσα , τι είναι;... Ο ΗΛΙΟΣ |
|
Ένα ταψάκι βούτυρο όλο τον
κόσμο αλείφει ,τι είναι;... Ο ΗΛΙΟΣ |
|
Πάνω από τη στέγη μας μισό
πεπόνι κρέμεται ,τι είναι; ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ |
|
Όλα τα τρώει και θεριεύει
μα αν πιει νερό ψοφάει , τι είναι;.... Η ΦΩΤΙΑ |
|
Ανοιγοκλείνουν οι κάμαρες
και κρότος δεν ακούγεται , τι είναι; ΤΑ ΜΑΤΙΑ |
|
Δύο αδερφάκια αγαπημένα το
ένα το άλλο ποτέ δε βλέπει , τι είναι;..... ΤΑ ΜΑΤΙΑ |
|
Μια βαρκούλα φορτωμένη ,
στο λιμάνι πάει και μπαίνει, τι είναι;
.. ΤΟ ΚΟΥΤΑΛΙ ΜΕ ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ |
|
Ένα πράγμα , πραγματάκι
κάθεται στο χωραφάκι μ' ένα μόνο ποδαράκι, τι είναι; ΤΟ ΜΑΝΙΤΑΡΙ |
|
Εκατό καλογεράκια με τα
μαύρα τα σκουφάκια, τι είναι; Τα σπίρτα. |
|
Σαράντα φράγκα έδωσα και
πήρα την κερά μου, να την(ε) βάζω ανάσκελα να κάνω τη δουλειά μου , τι
είναι; . |
|
Βόδι δεν είναι , κέρατα
έχει , γραμματικός δεν είναι , γράμματα γράφει, τι είναι; . ΤΟ ΣΑΛΙΓΚΑΡΙ |
|
Σε κήπο δε φυτεύεται , σε
περιβόλι όχι κι ο βασιλιάς το γεύεται κι όλος ο κόσμος το 'χει . τι
είναι; ΤΟ ΑΛΑΤΙ |
|
Όλη μέρα πάτα κιούτα και
όλη νύχτα χάσκα χάσκα . τι είναι; ΤΑ
ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ |
|
Ο μπάρμπας μου ο Θοδωρής
δεκαεφτά βρακιά φορεί . Κόβω τα γενάκια του ,πέφτουν τα βρακάκια του , τι
είναι; . ΤΟ ΚΡΕΜΜΥΔΙ |
|
Στο τραπέζι επάνω μπαίνω
κόβομαι , μοιράζομαι κι όμως δεν τρώγομαι , τι είναι; Η ΤΡΑΠΟΥΛΑ |
|
Ποιος δρόμος της Αθήνας στη
γενική του γίνεται κομμένος σε 2 κομμάτια; Η οδός ΣΤΑΔΙΟΥ (ΣΤΑ-ΔΥΟΥ )
|
|
Υποτάσσεται στους νόμους
αυτός , αλλά ταυτόχρονα είναι πολύ βρώμικος . , τι είναι; Ο υπό-νομος |
|
Μπορεί να είμαι επικίνδυνο,
ταυτόχρονα όμως και χρήσιμο! Χωρίς εμένα δεν μπορείς ούτε το μήλο σε 2 ίσια
κομμάτια να χωρίσεις, αν θέλεις να γευτείς ! Τι είναι; Το μαχαίρι. |
|
Σαν κοιμάσαι, αυτό ξυπνάει
και τη νύχτα όλη γυρνάει. Σαν ξυπνήσεις αυτό κάνει μοναχό του νάνι-νάνι. Τι
είναι; (= Το φεγγάρι) |
|
- Μαύρο άλογο σε άσπρο
κάμπο , τρεις το κρατούν, δυο το ακολουθούν, τι είναι; Το μολύβι. |
|
Ήμερο ,άκακο , δειλό, μας
τρέφει και μας ντύνει , ποιο είναι αυτό το ζωντανό που τόσα καλά μας δίνει ,
τι είναι;.. ΤΟ ΠΡΟΒΑΤΟ |
|
Από πάνω σαν τηγάνι , από
κάτω σαν μπαμπάκι , από πίσω σαν ψαλίδι, τι είναι; ... ΤΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙ |
|
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ |
|
|
|
Το λάδι κι η αλήθεια πάντα
βγαίνουν από πάνω. |
|
Μάζευε κι ας ειν' και
ρώγες. |
|
Φασούλι το φασούλι, γεμίζει
το σακούλι. |
|
Σαπουνίζοντας γουρούνι,
χάνεις χρόνο και σαπούνι. |
|
Ο κακός ο μάστορης με τα
σύνεργά του τα βάζει. |
|
Όποιος γελά τελευταίος,
γελά καλύτερα. |
|
Όταν έχεις και δεν τρως,
πρέπει να σε δει γιατρός. |
|
Για χάρη του βασιλικού,
ποτίζεται κι η γλάστρα. |
|
Ένας κούκος δεν φέρνει την
Άνοιξη. |
|
Ο λωλός, αν δεν κουραστεί
δεν κάθεται. |
|
Άρχοντα, αν πιάσεις φίλο,
γράψου σκλάβος να ξεγνοιάσεις. |
|
Λαγός τη φτέρη έσειε, κακό
του κεφαλιού του. |
|
Κάνει το λογαριασμό, χωρίς
τον ξενοδόχο. |
|
Γάμος εις τα γηρατειά ή
σταυρός ή κέρατα. |
|
Ο πνιγμένος από τα μαλλιά
του πιάνεται. |
|
Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει
καλοκαίρι θα μυρίσει. |
|
Ή παπάς παπάς ή ζευγάς
ζευγάς. |
|
Χωριό που φαίνεται κολαούζο
δε θέλει. |
|
Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά
περίδρομο. |
|
Κάλλιο πέντε και στο χέρι
παρά δέκα και καρτέρει. |
|
Νιάτα δουλεμένα, γερατειά
αναπαυμένα. |
|
Τα δανεικά τα ρούχα
ζεστασιά δεν σου κρατούν. |
|
Δένδρο που λυγά, δε σπάζει.
|
|
Το έξυπνο πουλί από τη μύτη
πιάνεται. |
|
Πάρ' τον στο γάμο σου να
σου πει και του χρόνου. |
|
Βρήκε ο Φίλιππος το
Ναθαναήλ. |
|
Στους στραβούς κυβερνάει ο
μονόφθαλμος. |
|
Ο βήχας κι ο παράς δεν
κρύβονται. |
|
Νηστικό αρκούδι δε χορεύει.
|
|
Θέλεις να χάσεις ένα φίλο;
Δάνεισε του χρήματα. |
|
Τέχνη θέλει το πριόνι κι
όποιος το βαστά να ιδρώνει. |
|
Άλλα τα μάτια του λαγού κι
άλλα της κουκουβάγιας. |
|
Όλα τα δάχτυλα δεν είναι
ίσα. |
|
Μην παίρνεις δίκιο ορφανού,
ούτε τόπο ποταμού. |
|
Φτωχός άγιος, δοξολογία δεν
έχει. |
|
Όσα βρέχει ο Θεός, τόσα
καταπίνει η γη. |
|
Η τέχνη και η πονηριά τη
νικά την αντρειά. |
|
Άνθρωπος αγράμματος, ξύλο
απελέκητο. |
|
Ανάθρεψε τον ποντικό να
φάει και το σακκί σου. |
|
Μάρτης γδάρτης και κακός
παλουκοκαύτης |
|
Βοήθα με να σε βοηθώ ν'
ανεβούμε το βουνό. |
|
Δεν πιστεύει ο χορτάτος το
κακό του νηστικού. |
|
Εγώ καλά παντρεύτηκα κι ας
κλαίει όποιος με πήρε |
|
Αν κάμει ο Μάρτης δυο νερά
κι Απρίλης άλλο ένα, χαράς σ' εκείνο το ζευγά που' χει πολλά σπαρμένα. |
|
Ο πλάτανος θέλει νερό κι η
λεύκα θέλει αέρα. |
|
Η σκύλα από τη βιάση της
στραβά κουτάβια κάνει. |
|
Θέλεις το φτωχό να σκάσει,
πες του λίρες να σ' αλλάξει. |
|
Ίδιο πρόσωπο έρχεται, ίδιο
μαντάτο φέρνει. |
|
Κάλλιο' χω σήμερα τ' αυγό
περά αύριο την κόττα. |
|
Λείψε από την κακή την ώρα,
για να ζήσεις χίλιους χρόνους. |
|
Μικρό μικρό τ' αλώνι σου μ'
ας είν' κατάδικο σου. |
|
Να λειπαν τα πιπέρια μου να
ιδώ τις μαγεριές σου. |
|
Θέλει ν' ανθίσει το δενδρί
μα η πάχνη δεν τ' αφήνει |
|
Ρώτα δύο, ρώτα τρεις και
διάβαινε την Πόλη. |
|
Σπίτι μου σπιτάκι μου και
σπιτοκαλυβάκι μου. |
|
Του γειτόνου μας ο σκύλος,
γείτονας είναι κι εκείνος. |
|
Φυλάξου απ' άνθρωπο σπανό
και μαλλιαρή γυναίκα. |
|
Χοντρή μπουκιά μη φας και
χοντρό λόγο μη πεις. |
|
Αγάλι αγάλι γίνεται η
αγουρίδα μέλι. |
|
Άδουλος δουλειά δεν έχει το
βρακί του λύει και δένει. |
|
Άκουσε γέρου συμβουλή και
παιδευμένου γνώση. |
|
Ακριβός στα πίτουρα και
φτηνός στ' αλεύρι. |
|
Άλλοι σπέρνουν και θερίζουν
κι άλλοι τρών' και μαγαρίζουν. |
|
Το δένδρο από το καρπό
γνωρίζεται. |
|
Άλλος έχει τ' όνομα κι
άλλος τη χάρη. |
|
Αλλού με τρίβεις δέσποτα κι
αλλού έχω εγώ το πόνο. |
|
Και το μικρότερο
δενδρό έχει τον ασκιανό του. |
|
Αλλού τα κακαρίσματα κι
αλλού γεννούν οι κότες. |
|
Αν δε κουνήσει η σκύλα την
ουρά της, ο σκύλος δεν πάει κοντά της. |
|
Αν δεν αστράψει, δε βροντά.
|
|
Αν έχεις τέτοιους φίλους τι
τους θέλεις τους εχθρούς. |
|
Σε ξένο χωράφι, δρεπάνι μη
βάζεις. |
|
Κοντά στα ξερά, καίγονται
και τα χλωρά. |
|
Αν είσαι και παπάς με την
αράδα σου θα πάς. |
|
Αν δεν παινέψεις το σπίτι
σου θα πέσει να σε πλακώσει. |
|
Αν έχεις νύχια ξύνεσαι. |
|
Αν δε βρέξεις κώλο ψάρια
δεν τρως. |
|
Αν έχεις τύχη διάβαινε και
ριζικό περπάτει. |
|
Ανάρια ανάρια το φιλί για
να 'χει νοστιμάδα. |
|
Ανύπαντρος προξενητής, για
πάρτη του γυρεύει. |
|
Οπού 'ναι απόξω απ' το χορό
πολλά τραγούδια ξέρει. |
|
Απ' τ' αυτί και στο
δάσκαλο. |
|
Το δένδρο που' χει τον
καρπό όλο πετροβολιέται. |
|
Άπιαστα πουλιά, χίλια στον
παρά. |
|
Απρίλης με τα λούλουδα και
Μάης με τα ρόδα. |
|
Από αγκάθι βγαίνει ρόδο κι
από ρόδο βγαίνει αγκάθι. |
|
Από κει που πήδησε η
κατσίκα θα περάσει και το κατσικάκι. |
|
Από το στόμα σου και στου
θεού στ’ αυτί. |
|
Από 'ξω κούκλα κι από μέσα
πανούκλα. |
|
Από τη λεχώνα κι απ' τη
μαμή, εχάθει το παιδί. |
|
Άρμεγε λαγούς και κούρευε
χελώνες. |
|
Αύγουστε καλέ μου μήνα, να
'σουν δυό φορές το χρόνο. |
|
Άφησε το γάμο και πάει για
πουρνάρια. |
|
Βαράει το σαμάρι ν' ακούσει
ο γάιδαρος. |
|
Βασιλικός κι αν μαραθεί τη
μυρωδιά την έχει. |
|
Βαστάτε ποδαράκια μου να μη
σας χέσει ο κώλος μου. |
|
Βγάζει απ' τη μύγα ξύγκι. |
|
Βοήθα με φτωχέ να μη σου
μοιάσω. |
|
Βρήκαμε παπά, ας θάψουμε
καμπόσους. |
|
Γουρούνι στο σακί. |
|
Δε φοβάται το βουνό από τα
χιόνια. |
|
Δε δίνει έναν παρά. |
|
Δε με θέλεις μία οργιά, δε
σε θέλω μία τριχιά. |
|
Δε μου κάνει ούτε κρύο ούτε
ζέστη. |
|
Δείξε μου το φίλο σου να
σου πω ποιος είσαι. |
|
Δυό γάιδαροι μαλώνανε σε
ξένο αχυρώνα. |
|
Δύο καρπούζια κάτω από μία
αμασκάλη δε χωράνε. |
|
Έβαλαν το λύκο να φυλάξει
τα πρόβατα. |
|
Εγώ το λέω στον σκύλο μου
κι ο σκύλος στην ουρά του. |
|
Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό
κεφάλα. |
|
Έκανε κι η ψείρα κώλο κι
έχεσε τον κόσμο όλο. |
|
Έκαψα την καλύβα μου να μη
με τρων οι ψύλλοι. |
|
Έκλασε η νύφη, σχόλασε ο
γάμος. |
|
Έμαθα γδυτός και ντρέπομαι
ντυμένος. |
|
Ένας κούκος δε φέρνει την
Άνοιξη. |
|
Εκεί που είσαι ήμουνα και
δω που είμαι θα ' ρθεις. |
|
Έχασε τ' αυγά με τα
καλάθια. |
|
Έχω πολλά ράμματα για τη
γούνα σου. |
|
Η καμήλα από τ' αυτί δεν
κουτσαίνει. |
|
Η γριά κότα έχει το ζουμί. |
|
Η καλή νοικοκυρά, είναι
δούλα και κυρά. |
|
Η φτώχεια φέρνει γκρίνια. |
|
Η τιμή τιμή δεν έχει και
χαρά στον που την έχει. |
|
Η νύφη όντας θα γεννηθεί
της πεθεράς θα μοιάσει. |
|
Η τέχνη θέλει μάστορη κι η
φάβα θέλει λάδι. |
|
Ή μικρός παντρέψου, ή
μικρός καλογερέψου. |
|
Θές θέριζε και δένε, θές
δένε και κουβάλα. |
|
Θέλω ν' αγιάσω κι ο
διάβολος δεν μ' αφήνει. |
|
Θρέψε λύκο το χειμώνα, να
σε φάει το καλοκαίρι. |
|
Κάθ' ενός η πορδή, μόσχος
του μυρίζει. |
|
Και η κοσκινού τον άντρα
της με τους πραματευτάδες. |
|
Καινούργιο κοσκινάκι μου,
και που να σε κρεμάσω. |
|
Καιρός φέρνει τα λάχανα
καιρός τα παραπούλια. |
|
Κακό χωριό τα λίγα σπίτια. |
|
Κάλιο γαϊδουρόδενε παρά
γαϊδουρογύρευε. |
|
Κάλιο πέντε και στο χέρι
παρά δέκα και καρτέρι. |
|
Κάλιο λόγια στο χωράφι,
παρά μάγκανα στ' αλώνι. |
|
Κάλλιο να σου βγει το μάτι
παρά το όνομα. |
|
Κάλλιο μία μέρα κόκκορης παρά
πέντε μέρες κότα. |
|
Κάλλιο στο παλούκι, πάρα
σώγαμπρος. |
|
Κάνε με σοφό, να σε κάνω
πλούσιο. |
|
Κανένας δεν άγιασε στον
τόπο του. |
|
Κατά το ζώο και το φόρτωμα.
|
|
Κατά μάνα κατά κύρη κατά
γιος και θυγατέρα. |
|
Κάποιου χαρίζανε ένα
γάιδαρο και τον κοίταγε στα δόντια. |
|
Κι ο Άγιος φοβέρα θέλει. |
|
Κλαίν' οι χήρες, κλαίν' κι
οι παντρεμένες. |
|
Κοντά στα ξερά καίγονται
και τα χλωρά. |
|
Κοντακιανός λογαριασμός,
παντοτινή αγάπη. |
|
Κόρακας κοράκου μάτι δε
βγάζει. |
|
Κώλος που κλάνει γιατρό δε
φοβάται. |
|
Λέγε λέγε το κοπέλι, κάνει
την κυρά και θέλει. |
|
Λείπει ο γάτος χορεύουν τα
ποντίκια. |
|
Μάρτης γδάρτης και κακός
παλουκοκαύτης. |
|
Με πορδές αυγά δε βάφονται.
|
|
Με στραβό σαν κοιμηθείς το
πρωί γκαβίζεις. |
|
Με το νου πλουταίνει η
κόρη, με τον ύπνο η ακαμάτρα. |
|
Μην παίζεις με τη φωτιά. |
|
Μία στο καρφί και μία στο
πέταλο. |
|
Μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα. |
|
Μπάτε σκύλοι αλέστε. |
|
Μπρος τα κάλλη τι είν' ο
πόνος. |
|
Ν' άκουγε ο Θεός τον
κόρακα, όλοι οι γάιδαροι θα ψοφούσαν. |
|
Νηστεύει ο δούλος του Θεού,
γιατί δεν έχει να φάει. |
|
Ο χορτάτος τον πεινασμένο
δεν τον πιστεύει. |
|
Ο πνιγμένος απ' τα μαλλιά
του πιάνεται. |
|
Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη
φοβάται. |
|
Ο λύκος από τα μετρημένα
τρώει. |
|
Ο καλός ο μύλος τ’ αλέθει
όλα. |
|
Ο πεινασμένος καρβέλια
ονειρεύεται. |
|
Ο πεινασμένος γάιδαρος,
ξυλιές δε λογαριάζει. |
|
Ο κακός χρόνος περνάει, ο
κακός γείτονας δεν περνάει. |
|
Ο λύκος κι αν εγέρασε κι
άσπρισε το μαλλί του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του. |
|
Ο παπάς πρώτα βλογάει τα
γένια του. |
|
Ο τρελός είδε το μεθυσμένο
και φοβήθηκε. |
|
Ο λύκος στην αναμπουμπούλα
χαίρεται. |
|
Ο κακός γείτονας κάνει τον
καλό νοικοκύρη. |
|
Ο λόγος σου με χόρτασε και
τα ψωμί σου φάτο. |
|
Ο ύπνος θρέφει μάγουλα και
ξεγυμνώνει κώλους. |
|
Ο ύπνος θρέφει τα μωρά κι ο
ήλιος τα μοσχάρια. |
|
Ο Μανόλης με τα λόγια
χτίζει ανώγια και κατώγια. |
|
Όλα τα γουρούνια μία μύτη
έχουνε. |
|
Όλα του γάμου δύσκολα κι η
νύφη γκαστρωμένη. |
|
Όλα τα 'χε η Μαριορή, ο
φερετζές της έλειπε. |
|
Όλοι αντάμα κι ψωριάρης
χώρια. |
|
Όλοι κλαίν τον πόνο τους κι
ο μυλωνάς τ' αυλάκι. |
|
Όμοιος τον όμοιο κι η
κοπριά στα λάχανα. |
|
Όποια έχει ρόκα και παιδί,
στη γειτονιά να μην εβγεί. |
|
Οποίος μπαίνει στο χορό,
χορεύει. |
|
Οποίος φτύνει κατά πάνω
φτύνει τα μούτρα του. |
|
Οποίος βαριέται να ζυμώσει
πέντε ημέρες κοσκινάει. |
|
Οποίος πηδάει πολλά
παλούκια ένα θα μπει στον κώλο του. |
|
Όποιος σκάβει το λάκκο τ'
αλλουνού, πέφτει ο ίδιος μέσα. |
|
Όποιος έχει πολύ πιπέρι
ρίχνει και στα λάχανα. |
|
Όπου' χει αμπέλια, ας βάνει
εργάτες. |
|
Όποιος ανακατεύεται με τα
πίτουρα τον τρων' οι κότες. |
|
Όποιος έχει τα γένια έχει
και τα χτένια. |
|
Όπου λαλούν πολλοί κοκκόροι
αργεί να ξημερώσει. |
|
Όπου υπάρχει καπνός υπάρχει
και φωτιά. |
|
Όπου ακούς πολλά κεράσια
κράτα και μικρό καλάθι. |
|
Όπου φτωχός κι η μοίρα του.
|
|
Όπως μου βαράνε χορεύω. |
|
Όσα φέρνει η ώρα δεν τα
φέρνει ο χρόνος. |
|
Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα
κάνει κρεμαστάρια. |
|
Ότι έσπειρες θα θερίσεις. |
|
Ότι μικρομάθαινες, δεν τα
γεροντάφηνες. |
|
Ούτε ψύλλος στον κόρφο του.
|
|
Ούτε κότες έχω ούτε με την
αλουπού μαλώνω. |
|
Παπά παιδί διαβόλου γκόνι. |
|
Παπούτσι από τον τόπο σου
κι ας είναι μπαλωμένο. |
|
Παρηγοριά στον άρρωστο.
ώσπου να βγει η ψυχή του. |
|
Πέσε πίτα να σε φάω. |
|
Πήγε σαν το σκυλί στ'
αμπέλι. |
|
Πιάσ' τ' αυγό και κούρεψ'
το. |
|
Πιάστηκε σαν τον ποντικό
στη φάκα. |
|
Ποιος στραβός δε θέλει το
φως του. |
|
Που πας ξιπόλητος στ'
αγκάθια. |
|
Σ' εσέ το λέω πεθερά, για
να τ' ακούσει η νύφη. |
|
Σ' αγαπώ κυρά να κλάνεις
αλλά μην το παρακάνεις. |
|
Σαν το χιόνι στον κόρφο
του. |
|
Σαν την καλαμιά στον κάμπο.
|
|
Σε σάπιο σανίδι μην πατάς. |
|
Σκυλί που γαβγίζει μην το
φοβάσαι. |
|
Σόι πάει το βασίλειο. |
|
Στερνή μου γνώση να σ' είχα
πρώτα. |
|
Στην αναβροχιά, καλό είν'
και το χαλάζι. |
|
Στην γειτονιά τριαντάφυλλο
και μεσ' το σπίτι αγκάθι. |
|
Στις εννιά του μακαρίτη,
άλλος μπήκε μες' το σπίτι. |
|
Στραβός βελόνι εγύρευε μέσα
στην αχυρώνα. |
|
Συμπεθέροι και κουμπάροι,
τον πρώτο χρόνο χαίρονται. |
|
Τ’ αμπέλι θέλει αμπελουργό,
το σπίτι νοικοκύρη. |
|
Τα μισά της χιλιάδας
πεντακόσια. |
|
Τα στερνά νικούν τα πρώτα. |
|
Τα ξερά σκατά στον τοίχο
δεν κολλάνε. |
|
Της νύχτας τη δουλειά τη
βλέπει η μέρα και γελά. |
|
Τι είν' ο κάβουρας τι είν'
το ζουμί του. |
|
Τι έχεις Γιάννη; Τι είχα
πάντα. |
|
Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά
σπέρνω. |
|
Τι γυρεύει η αλεπού στο
παζάρι. |
|
Το ράσο δεν κάνει τον παπά.
|
|
Το ραβδί έχει δύο άκρες. |
|
Το σιγανό ποτάμι να
φοβάσαι. |
|
Το φτηνό το κρέας το τρώνε
οι σκύλοι. |
|
Το αίμα νερό δε γίνεται. |
|
Το ινάτι βγάζει μάτι. |
|
Το αγώι ξυπνάει τον
αγωγιάτη. |
|
Το στραβό το ξύλο η φωτιά
το σιάζει. |
|
Του παιδιού μου το παιδί,
μου είναι δυό φορές παιδί. |
|
Τού ταξε λαγούς με
πετραχήλια. |
|
Τρεις το λάδι, τρεις το
ξίδι, έξι το λαδόξιδο. |
|
Τώρα στα γεράματα, μάθε
γέρο γράμματα. |
|
Φωνάζει ο κλέφτης για να
φοβηθεί ο νοικοκύρης. |
|
Χαρτιά γραμμένα, στόματα
βουλωμένα. |
|
Ψάχνει ψύλλους στ' άχυρα. |
|
Ψωμί δεν έχουμε τυρί
ζητάμε. |
|
|
|
Σ` όλους τέντωνε τ` αυτί
σου, μα σε λίγους τη φωνή σου. |
|
Όπου μιλούν τα πράγματα, τα
στόματα σωπαίνουν. |
|
Στρατιώτης δίχως όπλο,
πουλί χωρίς φτερά. |
|
Θυμήσου τα δικά σου και
συγχώρα τα παιδιά σου. |
|
Όποιος πιο πριν δε
σκέφτεται, ύστερα αναστενάζει. |
|
Δε χορταίνει μ` ωραία λόγια
η κοιλιά. |
|
Του γαϊδάρου η ουρά
κουνάει, μα δεν πέφτει. |
|
Οι κάμποι θρέφουν άλογα και
τα βουνά λεβέντες. |
|
Ο κακός ο χρόνος υποφέρετε,
ο κακός ο γείτονας όχι. |
|
Εις όποιος ο Θεός δε δίνει
παιδί, δίνει ο διάολος ανίψια |
|
Όταν η φτώχεια μπαίνει απ`
την πόρτα, ο έρωτας φεύγει απ` το παράθυρο |
|
Άλλος σπέρνει και τρυγάει,
κι άλλος πίνει και μεθάει. |
|
Αν οι ευχές αλήθευαν κι ο
διακονιάρης ακόμα θα πλούταινε. |
|
Το βάρος είναι ελαφρό στου
διπλανού την πλάτη. |
|
Ψεύτη έχει και προφήτη
γυρεύεις; |
|
Όταν το δείρεις το σκυλί,
κακό κυνήγι κάνεις. |
|
Σκότωνε τρελούς, πλήρωνε
τζερεμέδες. |
|
Όπου δεις μεγάλη αγάπη,
δέξου και μεγάλη έχθρα. |
|
Από ρόδο βγαίνει αγκάθι, κι
απ` αγκάθι βγαίνει ρόδο. |
|
Δάνειζε το άλογό σου, να
σου φέρουν το πετσί του. |
|
Τροχός που γυρνάει, σκουριά
δεν πιάνει. |
|
Σαν δεν πάθεις, δε θα
μάθεις. |
|
Να λείψουν τα πιπέρια μου,
να δω τις μαγεριές σου. |
|
Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλο
λόγο να μη λες. |
|
Αλλιώς μας τα` λεγες παπά,
πριν σε χειροτονήσουν. |
|
Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι
αργεί να ξημερώσει. |
|
Ακόμα δεν τον είδαμε Γιάννη
τόνε βγάλαμε. |
|
Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει
και κόκαλα τσακίζει. |
|
Να σε κάψω Γιάννη, να σε
αλείψω μέλι. |
|
Δύο γάϊδαροι μαλώναν σε
ξένο αχερώνα. |
|
Φασούλι το φασούλι γεμίζει
το σακούλι. |
|
Γυναίκα και καρπούζι η τύχη
τα διαλέγει. |
|
Του νέου το μάτι βλέπει στο
παράθυρο, του γέρου στην κατσαρόλα |
|
Αν βρεις φαγητό όρμα αν
βρεις καυγά φύγε. |
|
Κάλλιο άσχημος, παρά
άτιμος. |
|
Κάλλιο κλέφτη δούλο, παρά
συνέταιρο. |
|
Συντροφικό γουρούνι ποτέ
του δεν παχαίνει. |
|
Έχει ο Θεός, μα έχει και
πολλά παιδιά. |
|
Του κακού, αν κάνεις χάρη,
σε κακό θε να το πάρει. |
|
Το πολύ περίσσιο, χαλά το
ίσιο. |
|
Όποιος μαγειρεύει ψέματα,
στο πιάτο του τα βρίσκει. |
|
Κάλλιο μικρό τ` αλώνι σου
και να είναι όλο δικό σου. |
|
Εγώ σ` έχτισα φούρνε μου κι
εγώ θα σε γκρεμίσω. |
|
Κάλλιο άντρα μ` ένα μάτι,
παρά μ` ένα παιδί. |
|
Σε χύτρα που βράζει, μύγες
δεν πηγαίνουν. |
|
Αμπέλι για την αφεντιά σου
κι ελιά για τα παιδιά σου. |
|
Από τον κακοπληρωτή, παίρνε
κι ας είναι πέτρες. |
|
Η πέτρα δεν ξεφλουδίζεται. |
|
Κράτα το θυμό σου και κάνε
το σταυρό σου. |
|
Και το βόλι είναι μικρό,
αλλά σκοτώνει και θεριό. |
|
Όποιος πλύνει τον αράπη
μόνο το σαπούνι χάνει. |
|
Όταν σου πέφτουνε τα
δόντια, θα το φας νερόβραστο. |
|
Γάιδαρο που δεν εμποδίζει,
άφησέ τον κι ας γκαρίζει. |
|
Να είχα άντρα και να
δούλευα, καλλιά το να ήμουν χήρα. |
|
Το δικό σου δεν το θέλω, το
δικό μου δεν το αφήνω. |
|
Με τα λόγια πιλάφι δε
γίνεται. |
|
Αν δεν το δείχνει η γίδα,
το δείχνει το κέρατό της. |
|
Ο Θεός να σε φυλάει από
παλιό γιατρό και από καινούργιο δικηγόρο. |
|
Ότι κάνουν οι βασίλισσες,
το κάνουν κι οι μαγείρισσες. |
|
Τα καλά του Γιάννη θέμε και
το Γιάννη δεν τον θέμε. |
|
Βρήκε η κορφή τον πάτο κι
ήρθανε τα πάνω-κάτω. |
|
Όπου λαλούν οι κόρακες,
σωπαίνουνε τ` αηδόνια. |
|
Άκουσε γέρου συμβουλή και
παθημένου γνώμη. |
|
Άδουλος δουλειά δεν έχει το
βρακί του λύει και δένει. |
|
Ακριβός στα πίτουρα και
φτηνός στ' αλεύρι. |
|
Ανάρια-ανάρια το φιλί για
να 'χει νοστιμάδα. |
|
Ανύπαντρος προξενητής, για
πάρτη του γυρεύει. |
|
Από πίτα που δεν τρως, τι
σε νοιάζει κι αν καεί. |
|
Άπλωνε το πόδι σου, κατά το
πάπλωμά σου. |
|
Απρίλης με τα λούλουδα και
Μάης με τα ρόδα. |
|
Άμα δεν πάει ο Μωάμεθ στο
βουνό, πάει το βουνό στο Μωάμεθ. |
|
Άμα έχεις τύχη διάβαινε και
ριζικό περπάτει. |
|
Άμα δε κουνήσει η σκύλα την
ουρά της, ο σκύλος δεν πάει κοντά της. |
|
Άφησε το γάμο και πάει για
πουρνάρια. |
|
Άρμεγε λαγούς και κούρευε
χελώνες. |
|
Από κει που πήδησε η
κατσίκα θα περάσει και το κατσικάκι. |
|
Άλλα τα μάτια του λαγού κι
άλλα της κουκουβάγιας. |
|
Δυο καρπούζια δεν χωράν σε
μια μασχάλη |
|
Δυο γάιδαροι μαλώνανε σε
ξένη αχυρώνα. |
|
Δε με θέλεις μία οργιά, δε
σε θέλω μία τριχιά. |
|
Δεν ξέρει να μοιράσει δυο
γαϊδάρων άχυρο. |
|
Δεν έγινα παπάς ν' αγιάσω,
έγινα παπάς για να περάσω. |
|
Γλυκάθηκε η γριά στο μέλι,
θα φάει και το κουβέλι. |
|
Γαϊδάρου μιλάς, π.ρδ.ς
ακούς. |
|
Γιάννης κερνάει, Γιάννης
πίνει. |
|
Βρήκαμε παπά, ας θάψουμε
καμιά δεκαριά. |
|
Βοήθα με φτωχέ να μη σου
μοιάσω. |
|
Βγάζει απ' τη μύγα ξύγκι. |
|
Βαράει το σαμάρι ν' ακούσει
ο γάιδαρος. |
|
Κάλλιο γαϊδουρόδενε , παρά
γαϊδουρογύρευε. |
|
Κάνε το καλό και ρίχτω στο
γιαλό. |
|
Αν φτύσω απάνω φτύνω τα
μούτρα μου, αν φτύσω κάτω φτύνω τα γένια μου. |
|
Άκουγε πολλά και λέγε λίγα. |
|
Χωριό που φαίνεται κολαούζο
δεν θέλει. |
|
Όποιος έχει γένια έχει και
τα χτένια. |
|
Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι
αργεί να ξημερώσει. |
|
Όποιος βιάζεται σκοντάφτει. |
|
Νηστικό αρκούδι δεν
χορεύει. |
|
Άμα δεν κλάψει το παιδί δεν
του δίνει η μάνα το βυζί. |
|
Κατά μάνα κατά κύρη κατά
γιο και θυγατέρα. |
|
Πήγε για μαλλί και βγήκε
κουρεμένος. |
|
Φασούλι το φασούλι γεμίζει
το σακούλι. |
|
Το καλό το παλικάρι ξέρει
κι’ άλλο μονοπάτι. |
|
Κάλλιο αργά παρά ποτέ. |
|
Ό,τι σπείρεις θα θερίσεις. |
|
Προσκυνημένο κεφάλι σπαθί
δεν κόβει. |
|
Φίλε μου στην ανάγκη μου
εχθρέ μου στη χαρά μου. |
|
Δύο καρπούζια δεν χωράνε
στην ίδια μασχάλη. |
|
Το ψάρι από το κεφάλι
βρωμάει. |
|
Βουνό με βουνό δεν σμίγει,
άνθρωπος με άνθρωπο σμίγει. |
|
Όταν φεύγει η γάτα χορεύουν
τα ποντίκια. |
|
Όταν φεύγουν τα λιοντάρια
οι ύαινες χορεύουν. |
|
Εκύλησεν ο τέντζερης και
βρήκε το καπάκι. |
|
Η γριά η κότα έχει το
ζουμί. |
|
Η τιμή τιμή δεν έχει και
χαράς τον που την έχει. |